Διπλωματική επιτυχία της Κυβέρνησης Μητσοτάκη η επίσκεψη Πομπέο (thepresident.gr)
Μόνο με απόλυτα θετικό πρόσημο θα μπορούσε κανείς να αποτιμήσει την πρόσφατη επίσκεψη του Υπουργού Εξωτερικών των Η.Π.Α., κ. Μάικ Πομπέο στη χώρα μας. Και μόνο το γεγονός ότι επισκέφθηκε επίσημα τη χώρα μας για δεύτερη φορά μέσα σε ένα χρόνο, καταδεικνύει τη σημασία που δίνουν οι Αμερικάνοι στο γεωστρατηγικό ρόλο της χώρας μας στην Ανατολική Μεσόγειο. Προς επίρρωση ακριβώς αυτής της αντίληψης ήρθε άλλωστε και ο χαρακτηρισμός της Ελλάδας ως «πυλώνα σταθερότητας» από τον ίδιο τον κ. Πομπέο, ενώ άξια αναφοράς είναι η αποχαιρετιστήρια ανάρτησή του στα μέσα κοινωνικής δικτύωσης, στην οποία σημειώνει την εξαιρετική πρόοδο που έχει επιτευχθεί στις διμερείς σχέσεις κατά τους δώδεκα μήνες που μεσολάβησαν μεταξύ της πρώτης και της δεύτερης επίσκεψής του.
Αυτά τα έχουμε ξανακούσει, θα μου πείτε. Μπορεί. Ωστόσο, στις μέρες μας - με τη στρατηγική ρευστότητα της Ανατολικής Μεσογείου να είναι εντονότατη- αυτό αποκτά νέα σημασία. Ασφαλώς και δεν θα πρέπει να παραβλέψει κανείς το γεγονός ότι οι Ηνωμένες Πολιτείες έχουν ζωτικά συμφέροντα στην Ανατολική Μεσόγειο, τα οποία δεν είναι διατεθειμένες να απεμπολήσουν. Αυτό που φαίνεται να αποτελεί ειδοποιό διαφορά όμως στην παρούσα συγκυρία, είναι ότι για πρώτη φορά εδώ και δεκαετίες, οι Η.Π.Α. φαίνεται να εγκαταλείπουν την πολιτική των ίσων αποστάσεων ανάμεσα στην Ελλάδα και την Τουρκία και στηρίζουν ξεκάθαρα τις ελληνικές θέσεις.
Δεν είναι τυχαίος, άλλωστε, ο πρόδηλος εκνευρισμός που προκάλεσε η επίσκεψη Πομπέο στην Άγκυρα, γεγονός που αποτελεί την πιο τρανταχτή απόδειξη της μεγάλης διπλωματικής επιτυχίας της Κυβέρνησης του Κυριάκου Μητσοτάκη.
Η Ελλάδα βγήκε σαφώς κερδισμένη λοιπόν, από τις εντυπώσεις ή τα semantics που λένε οι επαΐοντες. Παρότι εξαιρετικά σημαντικό, δεν είναι το μόνο κέρδος. Και επί της ουσίας, στις συζητήσεις που έλαβαν χώρα μεταξύ των δύο αντιπροσωπειών, υπήρξε ταύτιση απόψεων όσον αφορά την ανάγκη να αποφεύγονται οι μονομερείς ενέργειες και όλα τα κράτη να σέβονται το Διεθνές Δίκαιο, το οποίο θα πρέπει να είναι η σταθερή πυξίδα για όλους.
Ένα ακόμα θετικό της επίσκεψης είναι ότι ο Υπουργός Εξωτερικών των Η.Π.Α. κατανόησε και αναγνώρισε την ορθότητα των ελληνικών θέσεων, καθώς επίσης και το γεγονός ότι η ένταση μεταξύ δύο κρατών - μελών του ΝΑΤΟ δεν ωφελεί κανέναν, ενώ δήλωσε αντίθετος σε κάθε αυθαίρετη ενέργεια που a priori τορπιλίζει κάθε καλόπιστο διάλογο.
Παράλληλα, τη δική του σημασία έχει το γεγονός ότι διαπίστωσε την ετοιμότητα της Ελλάδας, τόσο για τις διερευνητικές επαφές οι οποίες, εκτός απροόπτου, θα ξαναρχίσουν τις επόμενες μέρες όσο και για την τεχνική διαδικασία η οποία εξελίσσεται στο πλαίσιο της Βορειοατλαντικής Συμμαχίας.
Επιπρόσθετα, η επίσκεψη του Αμερικανού Υπουργού Εξωτερικών σε κομβικά στρατηγικά τοπόσημα της χώρας μας - όπως η Θεσσαλονίκη και η Σούδα - αναδεικνύει τον ηγετικό ρόλο που διαδραματίζει η χώρα μας στα Βαλκάνια, καθώς και το στρατηγικό ρόλο της στην Ανατολική Μεσόγειο. Ταυτόχρονα, ενισχύεται η ελληνοαμερικανική συνεργασία σε πολλούς τομείς, όπως η Άμυνα, η Ενέργεια, η Οικονομία και η Έρευνα - Καινοτομία.
Κρίσιμης σημασίας αποτελεί το γεγονός ότι η αναβαθμισμένη Συμφωνία Αμοιβαίας Αμυντικής Συνεργασίας των δύο κρατών απλώνει τη δράση της και στο χώρο της αμυντικής βιομηχανίας μας, με έμφαση στα κοινά προγράμματα για πολύ σημαντικές κοινές επενδύσεις σε ελληνικά ναυπηγεία. Παράλληλα, διευρύνεται και σε άλλα πεδία και σε άλλες περιοχές, όπως στην Αλεξανδρούπολη, η οποία εξελίσσεται σε κόμβο μεταφοράς αμερικανικού φυσικού αερίου προς την Ανατολική και Κεντρική Ευρώπη, αλλά και στην Καβάλα, με δεδομένο το διαγωνισμό για την παραχώρηση των δύο λιμανιών, για τα οποία είναι έντονο το αμερικανικό ενδιαφέρον.
Όσοι γνωρίζουν από διεθνείς σχέσεις είναι βέβαιο ότι θα μπορούν εύκολα να επιβεβαιώσουν ότι η επίσκεψη Πομπέο αποτέλεσε μια εξαιρετικά επιτυχημένη άσκηση της τέχνης της διπλωματίας προς όφελος της χώρας μας. Αποτέλεσε μια καλοσχεδιασμένη επίσκεψη με απόλυτα θετικό αντίκτυπο σε επίπεδο εντυπώσεων, ψυχολογίας, αλλά και ουσιαστικής συνεισφοράς σε κρίσιμους τομείς της ελληνικής οικονομίας και της περιφερειακής ανάπτυξης. Και όλα αυτά σε και εξαιρετικά αντίξοη συγκυρία με δεκάδες σημαντικά μέτωπα ανοικτά. Αυτό οφείλει να πιστωθεί στον Κυριάκο Μητσοτάκη και την Κυβέρνησή του.