Ομιλία στην Ολομέλεια της Βουλής κατά τη συζήτηση του σχεδίου νόμου του Υπουργείου Εξωτερικών

Ομιλία στην Ολομέλεια της Βουλής κατά τη συζήτηση του σχεδίου νόμου του Υπουργείου Εξωτερικών «Λήψη μέτρων εφαρμογής του Κανονισμού (ΕΕ) 2019/452 για τη θέσπιση πλαισίου ελέγχου άμεσων ξένων επενδύσεων στην  Ένωση για λόγους ασφάλειας ή δημόσιας τάξης»

 

Ευχαριστώ πολύ, κυρία Πρόεδρε.

Κύριε Υπουργέ,

κυρίες και κύριοι συνάδελφοι.

Θα ξεκινήσω κι εγώ από την κατάσταση στη Γάζα και τη στάση της Ελληνικής Κυβέρνησης, καθώς όλο το προηγούμενο χρονικό διάστημα, εδώ εντός του Κοινοβουλίου, έχουμε ακούσει πράγματα τα οποία δεν έχουν καμία σχέση με την πραγματικότητα.

Διαβάζω: «Έχουμε ταχθεί ξεκάθαρα υπέρ της ανάγκης να υπάρχει μια άμεση κατάπαυση του πυρός και να αποκατασταθεί πλήρως η ροή της ανθρωπιστικής βοήθειας στη Γάζα.

Και δεν έχω καμία δυσκολία να σας πω ότι αυτό το οποίο συμβαίνει τις τελευταίες εβδομάδες, τις τελευταίες ημέρες στη Γάζα είναι αδικαιολόγητο και απαράδεκτο και πρέπει το Ισραήλ άμεσα να σταματήσει αυτές τις επιχειρήσεις και να διευκολύνει τις ανθρωπιστικές οργανώσεις, οι οποίες υποστηρίζουν αυτήν τη στιγμή τον δοκιμαζόμενο πληθυσμό στη Γάζα, έτσι ώστε να αποκατασταθεί η τροφοδοσία ανθρωπιστικής βοήθειας, φαγητού, αλλά και φαρμάκων, το συντομότερο δυνατό». Αυτά είπε πριν λίγες ώρες ο Πρωθυπουργός κ. Μητσοτάκης, σε δημόσια τοποθέτησή του σε ραδιοφωνικό σταθμό.

Πραγματικά, λοιπόν, αναρωτιέμαι πώς μία τέτοια δήλωση του Πρωθυπουργού συνδέεται με όλα αυτά, τα οποία ακούσαμε το προηγούμενο χρονικό διάστημα. «Εκκωφαντική σιωπή», «συνένοχοι στη σιωπή», είπε ο εκπρόσωπος του ΠΑΣΟΚ, «απάνθρωπη προσέγγιση», «ντροπή της χώρας». Διασύρουμε, κύριε Υπουργέ, τη χώρα ως Κυβέρνηση και ως ηγεσία του Υπουργείου των Εξωτερικών.

Λοιπόν, ακούστε λίγο να καταλάβετε, γιατί είναι φανερό ότι επειδή έχετε χάσει το πολιτικό σας αφήγημα στο εσωτερικό της χώρας, προσπαθείτε να εκμεταλλευτείτε και πάλι -γιατί αυτό είστε, τυμβωρύχοι- μία ανθρωπιστική κρίση, μία τραγωδία, που συμβαίνει αυτήν τη στιγμή στην περιοχή.

Η Ελλάδα, κυρίες και κύριοι συνάδελφοι, έχει επιδείξει συνέπεια, σοβαρότητα και υπευθυνότητα απέναντι σε αυτήν την ανθρωπιστική κρίση και κατά συνέπεια -όπως σας εξήγησα- η κριτική, την οποία δεχόμαστε είναι και άδικη και αβάσιμη.

Η χώρα μας ακολουθεί μια σταθερή και ισορροπημένη πολιτική με στόχο την προστασία των αμάχων και την ενίσχυση της ανθρωπιστικής βοήθειας. Δεν εξισώνουμε ανθρώπινες ζωές και δεν παραγνωρίζουμε την ανάγκη για προστασία παιδιών και αμάχων, ανεξαρτήτως της εθνικότητάς τους. Έχουμε αναλάβει πρωτοβουλίες, επειδή άκουσα και αυτά τα επιχειρήματα, ότι η Ελλάδα δεν έχει αναλάβει, λέει, ενεργές πρωτοβουλίες. Μα το γεγονός ότι με πρωτοβουλία του Υπουργού Εξωτερικών, του κ. Γεραπετρίτη, άνοιξαν νοσοκομεία σε πολλές χώρες της Ευρώπης για να νοσηλευτούν τραυματισμένα παιδιά από τη Γάζα -και εδώ, στη χώρα μας- δεν είναι πρωτοβουλία;

Δεν είναι πρωτοβουλία ότι το Συμβούλιο Ασφαλείας του ΟΗΕ συζητάει σήμερα και έχει συγκληθεί ειδική συνεδρίαση για την προστασία αμάχων σε εμπόλεμες ζώνες;

Κοιτάξτε, κυρίες και κύριοι συνάδελφοι, η Ελλάδα καταδίκασε ευθύς εξαρχής την πρωτοφανή και απρόκλητη επίθεση της Χαμάς. Δεν άκουσα κάποιον από εσάς να λέει κάτι γι’ αυτό, χωρίς, όμως, να συγχέει την τρομοκρατία με τον παλαιστινιακό λαό και γι’ αυτό η Κυβέρνηση, ο Υπουργός των Εξωτερικών, ο κ. Γεραπετρίτης είναι σε διαρκή επαφή. Μάλιστα και χθες συνομίλησε και με τον Πρωθυπουργό και με τον Υπουργό Εξωτερικών της παλαιστινιακής αρχής. Άρα, πού βλέπετε ότι η χώρα μας δεν συνομιλεί με την παλαιστινιακή αρχή;

Η στάση μας, κυρίες και κύριοι συνάδελφοι, είναι ανθρώπινη και σταθερή. Ζητάμε άμεση κατάπαυση του πυρός, άνοιγμα των ανθρωπιστικών διαδρόμων και πλήρη στήριξη όλων των σχετικών αποφάσεων του ΟΗΕ και της Ευρωπαϊκής Ένωσης.

Η διαφορά που έχουμε με εσάς είναι ότι η θέση μας, κύριε Υπουργέ, δεν υπαγορεύεται από σκοπιμότητες. Είναι ζήτημα ανθρωπιάς και διεθνούς υπευθυνότητας, δεν προσφέρεται για κομματική αντιπαράθεση. Άλλωστε, η Ελλάδα ούτε μεροληπτεί ούτε αδιαφορεί.

Και θα κλείσω το θέμα που έχει να κάνει με αυτήν την ανθρωπιστική κρίση, λέγοντας ότι ακούω κριτική για την Κυβέρνηση χωρίς να έχω ακούσει μία ουσιαστική πρόταση, τι παραπάνω θα μπορούσε από αυτά τα οποία σας ανέλυσα να κάνει η ελληνική Κυβέρνηση σε μία υπόθεση που το ξέρετε και εσείς ότι είναι εξαιρετικά δύσκολη.

Δεν είναι μία υπόθεση εύκολη. Φαντάζομαι αυτό το αναγνωρίζουμε όλοι εκτός αν έχουμε χάσει τον κοινό, τον μέσο νου και πιστεύετε ότι είναι κάτι που με ένα μαγικό ραβδάκι, με έναν νόμο και ένα άρθρο ενδεχομένως, θα αντιμετωπιζόταν αυτή η κρίση. Αυτή είναι η πραγματικότητα.

Πάμε τώρα στη συζήτηση, την οποία και την άκουσα με πολύ μεγάλη προσοχή, ειδικά από την πλευρά του ΠΑΣΟΚ, για το ζήτημα των σχέσεων της Τουρκίας με την Ευρώπη και το θέμα των εξοπλιστικών προγραμμάτων. Υπάρχουν κάποιοι κανόνες, οι οποίοι είναι ταυτοτικοί για τα κράτη - μέλη. Ένας εξ αυτών είναι ότι το οποιοδήποτε εξοπλιστικό πρόγραμμα δεν μπορεί να χρησιμοποιηθεί ή να απειλήσει συμμαχικό κράτος ή κράτος-μέλος. Αυτό είναι κάτι το οποίο δεν μπορεί κανείς να παραβιάσει, δεν μπορεί κανείς να το προσπεράσει και είναι κάτι που προφανώς η Ελλάδα το θεωρεί αυτονόητο, αλλά και τα αυτονόητα πρέπει να τίθενται όπου υπάρχει σχετική ανάγκη.

Έχουμε, κυρίες και κύριοι συνάδελφοι, όλα τα εργαλεία στη διάθεσή μας, δεν χρειάζεται να κινδυνολογούμε παραπάνω. Υπάρχει μία σοβαρή, μία ενιαία διαχείριση και από τον Πρωθυπουργό, τον κ. Μητσοτάκη και από τους συναρμόδιους Υπουργούς, τον κ. Γεραπετρίτη και τον κ. Δένδια. Και ας τελειώνουμε λίγο με αυτές τις υπερβολές, τις οποίες άκουσα σήμερα και τις ακούω τις τελευταίες ημέρες. Η κοινωνία, βέβαια, δεν σας ακούει και αυτό είναι φανερό.

Κοιτάξτε. Στις συζητήσεις, που γίνονται, υπάρχει μία πρόβλεψη, την οποία ή δεν γνωρίζετε ή κάνετε πως δεν την γνωρίζετε. Για να μπορέσει η Ευρωπαϊκή Ένωση να συνάψει συμφωνία με τρίτο κράτος χρειάζεται ομοφωνία από όλα τα κράτη - μέλη. Και επειδή το casus belli της Τουρκίας κλείνει πλέον τριάντα χρόνια, όπως είπε και πριν λίγο ο ίδιος ο Πρωθυπουργός, οφείλουμε να ζητήσουμε από την Άγκυρα να το βγάλει από το τραπέζι, διότι δεν γίνεται από τη μία να διεκδικείς να μπεις σε χρηματοδοτικά εργαλεία της Ευρωπαϊκής Ένωσης και από την άλλη να απειλείς μία χώρα της Ευρωπαϊκής Ένωσης να κάνει πράξη κάτι που έχει το δικαίωμα να το κάνει.

Όλα αυτά τα οποία συζητάμε -και αυτό δεν άκουσα να το επισημαίνετε- και όλα αυτά τα οποία προχωρούν έγιναν κατόπιν του πρωταγωνιστικού ρόλου, που διαδραμάτισε ο Πρωθυπουργός, ο κ. Μητσοτάκης, με προεκτάσεις σημαντικές και στην περαιτέρω αμυντική θωράκιση των κρατών - μελών της Ευρωπαϊκής Ένωσης με πολύ μεγαλύτερες ανάγκες για κράτη - μέλη, όπως είναι η χώρα μας λόγω της γεωγραφίας μας και λόγω των απειλών από τη γείτονα χώρα, την Τουρκία.

Και υπάρχει, βεβαίως, την ίδια στιγμή και άλλο ένα θετικό αντίκτυπο στην οικονομία με τη ρήτρα διαφυγής, όπου θα εξοικονομηθούν χρήματα από όλες αυτές τις αποφάσεις και από την πρόταση του Πρωθυπουργού, αποφάσεις οι οποίες πριν από μήνες φάνταζαν πολύ δύσκολες, αλλά σήμερα, κύριε Υπουργέ, αποτελούν πολιτική της Ευρωπαϊκής Ένωσης. Ξέρω ότι μπορεί να μην σας αρέσει, γιατί γνωρίζετε πολύ καλά ότι αυτή η Κυβέρνηση, η Κυβέρνηση της Νέας Δημοκρατίας και του Κυριάκου Μητσοτάκη οτιδήποτε χρήματα εξοικονομούνται, πηγαίνουν στην κοινωνία και αυτό σας ενοχλεί και σας ενοχλεί, γιατί βλέπετε ότι το αφήγημα, το οποίο προσπαθείτε να αναπτύξετε όλα τα προηγούμενα χρόνια, από το 2019 μέχρι σήμερα και είδατε τα αποτελέσματα, δεν αποδίδει.

Δεν θα σταθώ σε αυτό το σχέδιο νόμου, κύριε Υπουργέ, θα το κάνετε και εσείς το έχει κάνει και με εξαιρετικό τρόπο ο εισηγητής της Νέας Δημοκρατίας κ. Κωνσταντινίδης.

Θα ήθελα, πηγαίνοντας προς το κλείσιμο της τοποθέτησης μου, κυρία Πρόεδρε, να πω δυο κουβέντες για το γεγονός ότι αυτή η ισοπεδωτική κριτική την οποία ασκείτε, όλα τα κόμματα της Αντιπολίτευσης και η Αξιωματική Αντιπολίτευση, επί παντός επιστητού, δεν αποδίδει. Δεν αποδίδει διότι, όλα αυτά τα οποία μας λέτε ότι «όλα στη χώρα είναι μαύρα και κακώς καμωμένα» και τα οποία είναι μια μόνιμη και κουραστική, θα έλεγα, επωδός, οι Έλληνες πολίτες ξέρουν και βλέπουν στην καθημερινότητά τους ότι τα πράγματα είναι εντελώς διαφορετικά.

Για παράδειγμα, θέλω να σας πω την κριτική την οποία ασκήσατε σε αυτή την Κυβέρνηση για την ψηφιακή κάρτα εργασίας, η οποία, κυρίες και κύριοι συνάδελφοι, λοιδορήθηκε κατά το παρελθόν από τους τιμητές των πάντων.

Κυρία Πρόεδρε, θα χρειαστώ λίγο χρόνο και ενδεχομένως θα πάρω ένα μέρος της δευτερολογίας μου.

Τι αποδείχτηκε τελικά, κυρίες και κύριοι συνάδελφοι, από το συγκεκριμένο μέτρο, που τελικά ήταν μία επανάσταση στην προστασία των εργαζομένων; Αυτό ξέρετε δεν έρχεται μέσα από θεωρίες. Έρχεται μέσα από την ίδια τη ζωή και οι αριθμοί το αποδεικνύουν.

Ακούστε, κύριε Υπουργέ, φέτος τον Μάρτιο στον τομέα του τουρισμού οι δηλωθείσες υπερωρίες εκτινάχθηκαν κατά 637% σε σχέση με πέρσι. Το τονίζω: 637% οι δηλωθείσες υπερωρίες. Αυξήσεις καταγράφηκαν σχεδόν 100% στο λιανεμπόριο, 81% στη βιομηχανία, 55% στην εστίαση. Αυτά τα νούμερα δεν είναι στατιστικά. Είναι εργατικά δικαιώματα που επιτέλους κατοχυρώνονται στην πράξη.

Και θέλω να θυμίσω, επειδή είστε πολύ ευαίσθητοι απέναντι στα κοινωνικά στρώματα, ότι αυτή την ψηφιακή κάρτα εργασίας η οποία διασφαλίζει τη διαφάνεια, διασφαλίζει το δίκαιο ωράριο, την αμοιβή για κάθε ώρα εργασίας και θωρακίζει τους εργαζόμενους απέναντι στην εργοδοτική αυθαιρεσία, με εξαίρεση τη Νέα Δημοκρατία, κανένα άλλο κόμμα από την σημερινή Βουλή, δεν την ψήφισε.

Κλείνω, κυρία Πρόεδρε, με το εξής: Η ψηφιακή κάρτα, λοιπόν, δεν είναι ιδεολογία είναι εργαλείο δικαιοσύνης, γιατί η προστασία της εργασίας δεν έχει αντιπολίτευση.

Προσέξτε, όμως, τώρα κάτι. Αυτές οι πολιτικές που μόλις σας ανέπτυξα είναι πραγματικά πολιτικές προοδευτικές. Εμείς είμαστε οι προοδευτικοί κι εσείς οι συντηρητικοί, καθώς πραγματικά δεν θέλετε να αλλάξει τίποτα στη χώρα. Γι’ αυτό εμείς προχωράμε μπροστά και μας εμπιστεύονται οι πολίτες, την ώρα που εσάς σας ξεπερνούν τα πραγματικά «θέλω» των πολιτών.

Σας ευχαριστώ πολύ.